Εγραψα στην εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ την 19/11 και στην εφημ. ΗΜΕΡΙΣΙΑ την 21/11:
Συζητώντας ένα τέτοιο ζήτημα, οφείλουμε τουλάχιστον σε αδρές γραμμές να θέσουμε το πραγματικό, υπαρκτό πλαίσιο, και εν συνεχεία να αναζητηθεί με αποφασιστικότητα η πρόταση-λύση διεξόδου.
Διαβάστε εδώ :
http://www.makthes.gr/index.php?name=News&file=article&sid=47274
Thursday, November 26, 2009
Wednesday, November 11, 2009
Για το τείχος του Βερολίνου
Η πτώση του τείχους και η (έκ)πτωση του διαλόγου και της Αριστεράς...
Η επέτειος της πτώσης του τείχους του Βερολίνου θα αξιοποιηθεί με ποικίλους τρόπους από τις κυρίαρχες ιδεολογίες και τις επικυρίαρχες δυνάμεις τις μέρες αυτές... Η ''πτώση'' αποτελεί ένα πολύ ισχυρό συμβολισμό (αποτυπώνοντας και μια ιστορική στιγμή κορύφωσης της εξέλιξης κατάρρευσης του ανατολικού συνασπισμού και των καθεστώτων που τον συναποτελούσαν). Ωστόσο, και παρά την ιδιαίτερη πτυχή του που, βεβαίως, έχει για τη διχοτομημένη μετά το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο Γερμανία (και τους σχετικούς συνειρμούς για όλες τις διχοτομημένες πατρίδες, με καθοριστική, εδώ, την περίπτωση της Κύπρου), η συζήτηση για τις πραγματικές αιτίες και τους βαθύτερους λόγους αποτυχίας και πτώσης των ανατολικών καθεστώτων και ιδιαίτερα του κυρίαρχου, κεντρικού καθεστώτος της Σοβιετικής Ένωσης δεν έχουν επαρκώς αναλυθεί και δεν έχουν συναχθεί τα αναγκαία συμπεράσματα. Έτσι, μια μεγάλη και σημαντική περίοδος για το κίνημα, τις κατακτήσεις και τα προβλήματα μετάβασης της Αριστεράς μένουν αναξιοποίητα. Τη στιγμή, μάλιστα, που εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι και αγωνιστές πίστεψαν και με το ένα ή άλλο τρόπο (ένταξης ή κριτικής), συμμετείχαν και θέλουν να συμμετέχουν –με νέους όρους- σ΄αυτή την προσπάθεια οικοδόμησης μιας ανθρώπινης κοινωνίας χειραφέτησης και δικαιοσύνης. Η ανάγκη ανοίγματος ενός ουσιαστικού διαλόγου για τα καθεστώτα σοβιετικού τύπου και για την κατάρρευση της σοβιετικής υπερδύναμης δεν μπορεί να παρακάμπεται και την ίδια στιγμή να υπάρχει σοβαρή- υποτίθεται- επιδίωξη διαμόρφωσης, προώθησης και υλοποίησης μιας στρατηγικής σοσιαλισμού. Η στροφή προς μια τέτοια συζήτηση -και η αναγκαία συναγωγή συμπερασμάτων για μια σημαντική περίοδο της σύγχρονης ανθρώπινης ιστορίας και της Αριστεράς- είναι εξαιρετικά χρήσιμη και δείχνει μια άλλη αντίληψη για το βάθος των εξελίξεων και την ουσία των πραγμάτων, αντί μιας επιφανειακής, βολικής προσέγγισης και καλοσκηνοθετημένων πανηγυρισμών του ''θριάμβου της δημοκρατίας''. Η συζήτηση, βέβαια, αυτή είναι σύνθετη, πολυπαραγοντική, πολυεπίπεδη και δύσκολη. Η δημοκρατική αριστερά, επί της ουσίας, την προσπέρασε δηλώντας- αποφθεγματικά- ότι επιβεβαιώθηκαν οι εκτιμήσεις της για το αδιέξοδο του αυταρχικού συστήματος του ''υπαρκτού σοσιαλισμού''. Οι σοσιαλδημοκράτες είχαν μια μεγάλη ευκαιρία θριαμβολογίας (αν και όχι όλοι στον ίδιο βαθμό) για την ορθότητα της στρατηγικής τους, θεωρώντας ότι το ''ιστορικό σχίσμα του 20ου αιώνα'' είχε πλέον λυθεί υπέρ των απόψεών τους. Οι συντηρητικοί, πλήρεις ενθουσιασμού -είναι χαρακτηριστικό το κλίμα έπαρσης για την ολοκληρωτική επικράτησή τους- έφτασαν στο σημείο να μιλήσουν για το ''τέλος της ιστορίας'', με την έννοια της μη ύπαρξης πλέον εντός της ιστορικής εξέλιξης του στοιχείου της ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων. Τα κατάλοιπα των σταλινικών κομμάτων προβάλλουν μια δήθεν αντίσταση, εξακολουθώντας να τρέφουν μια αυταπάτη αναπόλησης για το σοβιετικό καθεστώς, αλλά στην ουσία ο ''απολογισμός'' και η απολογητική τους για ένα εξουσιαστικό (με ολοκληρωτικές διαστάσεις σύστημα) συνεχίζει την στρέβλωση και την υπόσκαψη του σοσιαλιστικού προτάγματος και της κοινωνικο-απελευθερωτικής προοπτικής.Μέσα σ΄αυτό το πλαίσιο, κατανοεί και ο πιο καλοπροαίρετος (και καλοθεμελειωμένος) συζητητής, τις εμπλοκές ενός γνήσιου και ουσιαστικού διαλόγου. Επειδή, όμως, όπως προείπα τον θεωρώ εξαιρετικά χρήσιμο (θα τολμούσα να πω, πολύτιμο) και για την συμβολή στην ανάπτυξή του -πέρα απ΄όσα παραπάνω επισημάνθηκαν- θα ήθελα να τονίσω :1. Το καθεστώς της σημερινής Κίνας, το οποίο για ορισμένους θεωρείται η επιτυχημένη, σύγχρονη προέκταση/εκδοχή του σοσιαλιστικού (ορισμένοι, μάλιστα, φτάνουν να λένε και ''κομμουνιστικού'') προτύπου δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ονομάζεται σοσιαλιστικό, πολύ δε περισσότερο κομμουνιστικό (με το περιεχόμενο που οι έννοιες αυτές έχουν –και πρέπει να έχουν- απ΄όσους τις πρωτοεισήγαγαν στην πολιτική επιστήμη, την ορολογία των ιδεών και το κίνημα των εργαζομένων). Εξετάζοντας, αντικειμενικά, τη σημερινή Κίνα (οικονομία, κοινωνικές σχέσεις , δομή εξουσίας) πρέπει να πούμε καθαρά ότι πρόκειται για ένα ολοκληρωτικό/απολυταρχικό καπιταλιστικό καθεστώς κεντρικής διεύθυνσης (με ακραίες, μάλιστα, μορφές εκμετάλλευσης της εργασίας και των δυνάμεών της).2. Η συζήτηση για τους καθοριστικούς παράγοντες στην εξέλιξη (και την κατάρρευση της σοβιετικής υπερδύναμης) πρέπει να περιστραφεί, κατά προτεραιότητα, στις εξής ενότητες :(α). Ο πολυεθνικός της χαρακτήρας σαν Σοβιετική Ένωση [ξανά, εδώ, το καίριο θέμα του ΕΘΝΟΥΣ, της εθνικής συνείδησης/ταυτότητας, των πολιτικών απαντήσεων ομοσπονδιακού χαρακτήρα και των ορίων τους, η συνύφανση του εθνικού με το κοινωνικό]. Ο πολυεθνικός της χρακτήρας, επίσης, σαν πολιτικοστρατιωτικός συνασπισμός στο παγκόσμιο σύστημα [Ανατολικός συνασπισμός - Σύμφωνο Βαρσοβίας]. Με κυρίαρχο, στο πλαίσιο αυτού του συνασπισμού, το πρώτο επίπεδο, την Ε.Σ.Σ.Δ., η οποία σφράγιζε τις αποφάσεις και την τροχιά των εξελίξεων.(β). Το ιστορικό πλαίσιο εκτύλιξης της όλης προσπάθειας (χρήσιμες, εδώ, όλες οι επισημάνσεις για το ιστορικό περιβάλλον του ναζισμού, του Β΄Πολέμου, του ''ψυχρού πολέμου'' κλπ). Κυρίως, όμως, πρέπει να επισημανθούν οι οικονομικές εξελίξεις και ο χαρακτήρας των οικονομικών σχέσεων στο εσωτερικό του καθεστώτος (=σχέσεις απόσπασης υπεραξίας και καταπίεσης κι όχι απελευθέρωσης και δημιουργικής αυτοπραγμάτωσης). Ιδιαίτερα, δε, μετά την παγκόσμια (πετρελαϊκή, κοινώς λεγόμενη) κρίση του΄70 και το νέο κύμα του παγκόσμιου ανταγωνισμού (''επανάσταση των νέων τεχνολογιών''), η απώλεια και της ανταγωνιστικής θέσης στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, η εσωτερίκευση και ανοιχτή εκδήλωση στοιχείων κρίσης, η αποδόμηση των εναπομεινάντων στοιχείων κοινωνικού περιεχομένου. (γ). Οι δομές εξουσίας - δηλαδή, ο ιδιότυπος πολιτικός ολοκληρωτισμός(σταλινισμός, κομματική μονοκρατορία-νομενκλατούρα, αυταρχισμός, ακυρωμένη ''κοινωνία πολιτών'' κλπ). Η απουσία σταθερής διαχρονικής κοινωνικής στήριξης και κοινωνικής δυναμικής, μέσα από πλουραλιστικές διαδικασίες συμμμετοχής/διακυβέρνησης,δημοκρατικού προγραμματισμού, αυτοδιαχείρησης.(δ). Η ιδεολογική επικυριαρχία της Δύσης (και η αδυναμία του εναλλακτικού ιδεολογικού προτύπου).(ε). Η ανάσχεση (ή/και υποστολή) του κύματος των απελευθερωτικών κινημάτων παντού στον Κόσμο και οι εσωτερικές σχέσεις στην Αριστερά καθ΄ολη τη διαδρομή από την έναρξη της μεγάλης προσπάθειας μετάβασης μέχρι την πτώση (αλληλουποστήριξη ή ρήξη, κριτική ή/και συνεργασία, κοινές πρωτοβουλίες ή απομόνωση).(στ). Οι προσωπικότητες και ο ρόλος τους.Νομίζω, ότι αυτά θα ήταν -και είναι- σημαντικά για ένα αναγκαίο διάλογο (που έλειψε και λείπει)... Μέσ΄απ΄αυτόν, η δημοκρατική Αριστερά θα έβγαινε πιο δυναμωμένη, πιο χειραφετημένη, πιο αποτελεσματική κι απέναντι στους αντιπάλους της και για τη δική της κοινωνική αποστολή.[Θεσσαλονίκη, Κυριακή, 8 Νοεμβρίου 2009].
Η επέτειος της πτώσης του τείχους του Βερολίνου θα αξιοποιηθεί με ποικίλους τρόπους από τις κυρίαρχες ιδεολογίες και τις επικυρίαρχες δυνάμεις τις μέρες αυτές... Η ''πτώση'' αποτελεί ένα πολύ ισχυρό συμβολισμό (αποτυπώνοντας και μια ιστορική στιγμή κορύφωσης της εξέλιξης κατάρρευσης του ανατολικού συνασπισμού και των καθεστώτων που τον συναποτελούσαν). Ωστόσο, και παρά την ιδιαίτερη πτυχή του που, βεβαίως, έχει για τη διχοτομημένη μετά το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο Γερμανία (και τους σχετικούς συνειρμούς για όλες τις διχοτομημένες πατρίδες, με καθοριστική, εδώ, την περίπτωση της Κύπρου), η συζήτηση για τις πραγματικές αιτίες και τους βαθύτερους λόγους αποτυχίας και πτώσης των ανατολικών καθεστώτων και ιδιαίτερα του κυρίαρχου, κεντρικού καθεστώτος της Σοβιετικής Ένωσης δεν έχουν επαρκώς αναλυθεί και δεν έχουν συναχθεί τα αναγκαία συμπεράσματα. Έτσι, μια μεγάλη και σημαντική περίοδος για το κίνημα, τις κατακτήσεις και τα προβλήματα μετάβασης της Αριστεράς μένουν αναξιοποίητα. Τη στιγμή, μάλιστα, που εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι και αγωνιστές πίστεψαν και με το ένα ή άλλο τρόπο (ένταξης ή κριτικής), συμμετείχαν και θέλουν να συμμετέχουν –με νέους όρους- σ΄αυτή την προσπάθεια οικοδόμησης μιας ανθρώπινης κοινωνίας χειραφέτησης και δικαιοσύνης. Η ανάγκη ανοίγματος ενός ουσιαστικού διαλόγου για τα καθεστώτα σοβιετικού τύπου και για την κατάρρευση της σοβιετικής υπερδύναμης δεν μπορεί να παρακάμπεται και την ίδια στιγμή να υπάρχει σοβαρή- υποτίθεται- επιδίωξη διαμόρφωσης, προώθησης και υλοποίησης μιας στρατηγικής σοσιαλισμού. Η στροφή προς μια τέτοια συζήτηση -και η αναγκαία συναγωγή συμπερασμάτων για μια σημαντική περίοδο της σύγχρονης ανθρώπινης ιστορίας και της Αριστεράς- είναι εξαιρετικά χρήσιμη και δείχνει μια άλλη αντίληψη για το βάθος των εξελίξεων και την ουσία των πραγμάτων, αντί μιας επιφανειακής, βολικής προσέγγισης και καλοσκηνοθετημένων πανηγυρισμών του ''θριάμβου της δημοκρατίας''. Η συζήτηση, βέβαια, αυτή είναι σύνθετη, πολυπαραγοντική, πολυεπίπεδη και δύσκολη. Η δημοκρατική αριστερά, επί της ουσίας, την προσπέρασε δηλώντας- αποφθεγματικά- ότι επιβεβαιώθηκαν οι εκτιμήσεις της για το αδιέξοδο του αυταρχικού συστήματος του ''υπαρκτού σοσιαλισμού''. Οι σοσιαλδημοκράτες είχαν μια μεγάλη ευκαιρία θριαμβολογίας (αν και όχι όλοι στον ίδιο βαθμό) για την ορθότητα της στρατηγικής τους, θεωρώντας ότι το ''ιστορικό σχίσμα του 20ου αιώνα'' είχε πλέον λυθεί υπέρ των απόψεών τους. Οι συντηρητικοί, πλήρεις ενθουσιασμού -είναι χαρακτηριστικό το κλίμα έπαρσης για την ολοκληρωτική επικράτησή τους- έφτασαν στο σημείο να μιλήσουν για το ''τέλος της ιστορίας'', με την έννοια της μη ύπαρξης πλέον εντός της ιστορικής εξέλιξης του στοιχείου της ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων. Τα κατάλοιπα των σταλινικών κομμάτων προβάλλουν μια δήθεν αντίσταση, εξακολουθώντας να τρέφουν μια αυταπάτη αναπόλησης για το σοβιετικό καθεστώς, αλλά στην ουσία ο ''απολογισμός'' και η απολογητική τους για ένα εξουσιαστικό (με ολοκληρωτικές διαστάσεις σύστημα) συνεχίζει την στρέβλωση και την υπόσκαψη του σοσιαλιστικού προτάγματος και της κοινωνικο-απελευθερωτικής προοπτικής.Μέσα σ΄αυτό το πλαίσιο, κατανοεί και ο πιο καλοπροαίρετος (και καλοθεμελειωμένος) συζητητής, τις εμπλοκές ενός γνήσιου και ουσιαστικού διαλόγου. Επειδή, όμως, όπως προείπα τον θεωρώ εξαιρετικά χρήσιμο (θα τολμούσα να πω, πολύτιμο) και για την συμβολή στην ανάπτυξή του -πέρα απ΄όσα παραπάνω επισημάνθηκαν- θα ήθελα να τονίσω :1. Το καθεστώς της σημερινής Κίνας, το οποίο για ορισμένους θεωρείται η επιτυχημένη, σύγχρονη προέκταση/εκδοχή του σοσιαλιστικού (ορισμένοι, μάλιστα, φτάνουν να λένε και ''κομμουνιστικού'') προτύπου δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ονομάζεται σοσιαλιστικό, πολύ δε περισσότερο κομμουνιστικό (με το περιεχόμενο που οι έννοιες αυτές έχουν –και πρέπει να έχουν- απ΄όσους τις πρωτοεισήγαγαν στην πολιτική επιστήμη, την ορολογία των ιδεών και το κίνημα των εργαζομένων). Εξετάζοντας, αντικειμενικά, τη σημερινή Κίνα (οικονομία, κοινωνικές σχέσεις , δομή εξουσίας) πρέπει να πούμε καθαρά ότι πρόκειται για ένα ολοκληρωτικό/απολυταρχικό καπιταλιστικό καθεστώς κεντρικής διεύθυνσης (με ακραίες, μάλιστα, μορφές εκμετάλλευσης της εργασίας και των δυνάμεών της).2. Η συζήτηση για τους καθοριστικούς παράγοντες στην εξέλιξη (και την κατάρρευση της σοβιετικής υπερδύναμης) πρέπει να περιστραφεί, κατά προτεραιότητα, στις εξής ενότητες :(α). Ο πολυεθνικός της χαρακτήρας σαν Σοβιετική Ένωση [ξανά, εδώ, το καίριο θέμα του ΕΘΝΟΥΣ, της εθνικής συνείδησης/ταυτότητας, των πολιτικών απαντήσεων ομοσπονδιακού χαρακτήρα και των ορίων τους, η συνύφανση του εθνικού με το κοινωνικό]. Ο πολυεθνικός της χρακτήρας, επίσης, σαν πολιτικοστρατιωτικός συνασπισμός στο παγκόσμιο σύστημα [Ανατολικός συνασπισμός - Σύμφωνο Βαρσοβίας]. Με κυρίαρχο, στο πλαίσιο αυτού του συνασπισμού, το πρώτο επίπεδο, την Ε.Σ.Σ.Δ., η οποία σφράγιζε τις αποφάσεις και την τροχιά των εξελίξεων.(β). Το ιστορικό πλαίσιο εκτύλιξης της όλης προσπάθειας (χρήσιμες, εδώ, όλες οι επισημάνσεις για το ιστορικό περιβάλλον του ναζισμού, του Β΄Πολέμου, του ''ψυχρού πολέμου'' κλπ). Κυρίως, όμως, πρέπει να επισημανθούν οι οικονομικές εξελίξεις και ο χαρακτήρας των οικονομικών σχέσεων στο εσωτερικό του καθεστώτος (=σχέσεις απόσπασης υπεραξίας και καταπίεσης κι όχι απελευθέρωσης και δημιουργικής αυτοπραγμάτωσης). Ιδιαίτερα, δε, μετά την παγκόσμια (πετρελαϊκή, κοινώς λεγόμενη) κρίση του΄70 και το νέο κύμα του παγκόσμιου ανταγωνισμού (''επανάσταση των νέων τεχνολογιών''), η απώλεια και της ανταγωνιστικής θέσης στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, η εσωτερίκευση και ανοιχτή εκδήλωση στοιχείων κρίσης, η αποδόμηση των εναπομεινάντων στοιχείων κοινωνικού περιεχομένου. (γ). Οι δομές εξουσίας - δηλαδή, ο ιδιότυπος πολιτικός ολοκληρωτισμός(σταλινισμός, κομματική μονοκρατορία-νομενκλατούρα, αυταρχισμός, ακυρωμένη ''κοινωνία πολιτών'' κλπ). Η απουσία σταθερής διαχρονικής κοινωνικής στήριξης και κοινωνικής δυναμικής, μέσα από πλουραλιστικές διαδικασίες συμμμετοχής/διακυβέρνησης,δημοκρατικού προγραμματισμού, αυτοδιαχείρησης.(δ). Η ιδεολογική επικυριαρχία της Δύσης (και η αδυναμία του εναλλακτικού ιδεολογικού προτύπου).(ε). Η ανάσχεση (ή/και υποστολή) του κύματος των απελευθερωτικών κινημάτων παντού στον Κόσμο και οι εσωτερικές σχέσεις στην Αριστερά καθ΄ολη τη διαδρομή από την έναρξη της μεγάλης προσπάθειας μετάβασης μέχρι την πτώση (αλληλουποστήριξη ή ρήξη, κριτική ή/και συνεργασία, κοινές πρωτοβουλίες ή απομόνωση).(στ). Οι προσωπικότητες και ο ρόλος τους.Νομίζω, ότι αυτά θα ήταν -και είναι- σημαντικά για ένα αναγκαίο διάλογο (που έλειψε και λείπει)... Μέσ΄απ΄αυτόν, η δημοκρατική Αριστερά θα έβγαινε πιο δυναμωμένη, πιο χειραφετημένη, πιο αποτελεσματική κι απέναντι στους αντιπάλους της και για τη δική της κοινωνική αποστολή.[Θεσσαλονίκη, Κυριακή, 8 Νοεμβρίου 2009].
Subscribe to:
Posts (Atom)